Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ
9:11 μ.μ. |
Αναρτήθηκε από
nik
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΡΑΜΑ
Αν θα έπρεπε να αναζητήσουμε τις ρίζες του θεάτρου θα χρειαστεί να ταξιδέψουμε αρκετές εκατοντάδες χρόνια πριν. Η απαρχή του αρχαίου ελληνικού δράματος, και κατ’ επέκταση του θεάτρου, εντοπίζεται στις θρησκευτικές τελετουργίες των πρώτων κοινωνιών. Μαζί με τα πρώτα βήματα της ανθρωπότητας γεννήθηκε ο χορός, που ήταν η πρώτη θεατρική πράξη. Από τότε κιόλας συναντάει κανείς ίχνη από τραγούδια και χορούς προς τιμήν ενός Θεού που ερμηνεύονται από ιερείς και πιστούς, καθώς και μια απεικόνιση της γέννησης του Θεού, του θανάτου του και της ανάστασής του. Πρώτη μεγάλη θεατρική εποχή στην ιστορία του Πολιτισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά ο 5ος αι. π.Χ. στην Ελλάδα. Τότε ήταν που οι τραγωδίες και οι κωμωδίες ερμηνεύτηκαν για πρώτη φορά όχι από ιερείς αλλά από ηθοποιούς και σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους ή τοποθεσίες, που, αν και τόποι ιεροί, δεν ήταν όμως ναοί.
Αν θα έπρεπε να αναζητήσουμε τις ρίζες του θεάτρου θα χρειαστεί να ταξιδέψουμε αρκετές εκατοντάδες χρόνια πριν. Η απαρχή του αρχαίου ελληνικού δράματος, και κατ’ επέκταση του θεάτρου, εντοπίζεται στις θρησκευτικές τελετουργίες των πρώτων κοινωνιών. Μαζί με τα πρώτα βήματα της ανθρωπότητας γεννήθηκε ο χορός, που ήταν η πρώτη θεατρική πράξη. Από τότε κιόλας συναντάει κανείς ίχνη από τραγούδια και χορούς προς τιμήν ενός Θεού που ερμηνεύονται από ιερείς και πιστούς, καθώς και μια απεικόνιση της γέννησης του Θεού, του θανάτου του και της ανάστασής του. Πρώτη μεγάλη θεατρική εποχή στην ιστορία του Πολιτισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί παρά ο 5ος αι. π.Χ. στην Ελλάδα. Τότε ήταν που οι τραγωδίες και οι κωμωδίες ερμηνεύτηκαν για πρώτη φορά όχι από ιερείς αλλά από ηθοποιούς και σε ειδικά κατασκευασμένους χώρους ή τοποθεσίες, που, αν και τόποι ιεροί, δεν ήταν όμως ναοί.
Η γέννηση του διθυράμβου μπορούμε να πούμε αποτελεί την καταγωγή του θεάτρου. Ο διθύραμβος τραγουδιόταν γύρω απ' το βωμό του Διόνυσου, του θεού του κρασιού. Ερμηνευόταν από ένα χορό πενήντα ανδρών (πέντε άνδρες για κάθε μια απ'τις δέκα φυλές της Αττικής). Το πιο σημαντικό όμως για την ιστορία του θεάτρου ήταν ότι ο διθύραμβος ενώ αρχικά πραγματευόταν αποκλειστικά τη ζωή και τη λατρεία του Διόνυσου άρχισε να να περιλαμβάνει ιστορίες για τους ημίθεους και τους ήρωες, τους μυθολογικούς προγόνους των Ελλήνων και των συγγενικών λαών. Θέματα αντλούν από την θρησκευτική και πολιτιστική κληρονομιά τους (π.χ. Ομηρικά έπη). Ήταν οι καλές ή οι κακές πράξεις των ηρώων, οι πόλεμοι, οι έχθρες, οι γάμοι, οι μοιχείες, τα πεπρωμένα των παιδιών τους. Όλα αυτά ωθούν σε σύγκρουση ανάμεσα στον άνθρωπο και το θεό, το καλό και το κακό, το παιδί και το γονιό, το καθήκον και την ανθρώπινη φύση. Καταλήγουν στην συμφιλίωση αλλά και στο χάος (Ελληνική Τραγωδία).
Το Αρχαίο Ελληνικό δράμα δεν περιοριζόταν μόνο στην τραγωδία αλλά υπήρχε και η κωμωδία, που βρισκόταν ήδη σε εμβρυακή μορφή στα ξεφαντώματα που γίνονταν στα χωριά. Στα ξεφαντώματα αυτά κυριαρχούσαν τα καλαμπούρια των σατύρων, των συνοδών του Διονύσου, που ήταν μισοί άνθρωποι και μισοί τράγοι. Ο διθύραμβος συνέχισε για αρκετό καιρό να διευρύνει τη θεματική του, χωρίς ωστόσο και να αποκτά πραγματικό δραματικό περιεχόμενο. Για να γίνει η λατρεία θέατρο, χρειαζόταν και κάτι ακόμα. Αυτό το νέο στοιχείο το έφερε ο Θέσπις στον οποίο και αποδόθηκε η τιμή της πατρότητας του θεάτρου. Ο Θέσπις, αρχηγός ενός διθυραμβικού χορού έκανε μια καινοτομία. Απέσπασε τον εαυτό του από το σύνολο του χορού και, παίρνοντας τη μορφή του θεού ή του ήρωα του οποίου τα κατορθώματα εξυμνούνται, ανοίγει διάλογο με το χορό. Έτσι, γίνεται ο πρώτος "θιασάρχης" και ο πρώτος "ηθοποιός". Τα πρώτα θέατρα της Ελλάδας ήταν πάντοτε χτισμένα κοντά σε κάποιο ναό. Η ερμηνεία των έργων γινόταν πλέον από άνδρες που, πριν από όλα, ήταν ηθοποιοί. Οι θεατές εξακολουθούσαν βέβαια να έχουν συνείδηση της θρησκευτικής σημασίας του έργου, έμαθαν όμως σιγά – σιγά και να αντιμετωπίζουν τα δρώμενα σαν έργο τέχνης και κάποτε σαν ψυχαγωγία.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ
Ἡ δὲ κωμῳδία ἐστὶν ὥσπερ εἴπομεν μίμησις φαυλοτέρων μέν, οὐ μέντοι κατὰ πᾶσαν κακίαν, ἀλλὰ τοῦ αἰσχροῦ ἐστι τὸ γελοῖόν ἐστιν ἁμάρτημά τι καὶ αἶσχος ἀνώδυνον καὶ οὐ φθαρτικόν, οἶον εὐθὺς τὸ γελοῖον πρόσωπον αἰσχρόν τι καὶ διεστραμμένον ἄνευ ὀδύνης.
Αριστοτέλους, Ποιητική
Οι ρίζες της κωμωδίας στην αρχαιότητα εντοπίζονταν στον Αθηναίο ποιητή Σουσαρίωνα, που σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο πρώτος κωμικός συγγραφέας. Ωστόσο, οι σύγχρονοι μελετητές πιστεύουν ότι η κωμωδία προήρθε από χορικά άσματα (κυρίως βακχικά και φαλλικά) τα οποία ενσωματώθηκαν με ανάλογη σειρά ανάμεσα σε διαλόγους των ηρώων και του χορού. Θα μπορούσε κανείς να διαιρέσει τα θεατρικά κείμενα του είδους σε τρεις κατηγορίες: Στην αρχαία κωμωδία (490 – 400), στην μέση κωμωδία (400 – 320) και στη Νέα κωμωδία (320 – 120). Κύριοι εκπρόσωποι της κωμωδίας υπήρξαν ο Αριστοφάνης (455 – 385), ο Κρατίνος (του οποίου οι κωμωδίες δεν έχουν σωθεί), ο Μένανδρος (337 – 285) και ο Ήρωνδας (300 – 250), με σημαντικότερο βέβαια τον Αριστοφάνη.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Ἔστιν οὗν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος εχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδῶν ἑν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας, δι’ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.
Αριστοτέλους Ποιητική
Σε μία εποχή, πριν από τις Διονυσιακές τελετές και το διθύραμβο, παρατηρούνται τελετές μαγικού και λατρευτικού χαρακτήρα. Αυτές οι πρώιμες εκδηλώσεις, οφείλονται στην προσπάθεια του ανθρώπου να κατανοήσει ή να επηρεάσει τα φυσικά φαινόμενα από τα οποία πίστευε ότι εξαρτιόταν και τα είχε θεοποιήσει. Σ' αυτήν την πρωτόγονη μορφή αναπαράστασης εντοπίζονται οι απαρχές του δράματος. Παρ' όλες τις δωρικές επιδράσεις, γεννήθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. στην Αττική, τόπος που καλλιεργήθηκε συστηματικά και συνετέλεσε στην πολιτιστική ακμή του 5ου, του λεγόμενου "Χρυσού Αιώνα". Γεννήθηκε σε μία ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο. Οι δυσχέρειες καθιστούσαν επιτακτική την ανάγκη ανακατατάξεων ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία των θεσμών της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Το δράμα αρχικά διαμορφώθηκε στους αγροτικούς δήμους της Αττικής και μεταφέρθηκε στο Άστυ. Εκεί μέσα σε δημοκρατικό κλίμα τελειοποιήθηκε και αργότερα έγινε θεσμός της Δημοκρατίας. Δίκαια λοιπόν ειπώθηκε ότι το δράμα είναι παιδί της Δημοκρατίας, γέννημα του διαλόγου και της ελευθερίας των ιδεών. Τον 7ο αιώνα ο ποιητής Αρίωνας συνέθεσε διθυράμβους. Ο Διθύραμβος διαδόθηκε σε όλη την Αττική με γιορτές πάνδημες και επίσημες. Δημιουργήθηκαν τότε οι πρώτοι θίασοι με τους εθελοντές οι οποίοι με την χρήση της τρυγίας (κατακάθι του μούστου) μεταμφιέζονταν σε τράγους και χόρευαν τραγουδώντας το Διθύραμβο, που υμνούσε την ζωή και τους θριάμβους του Διονύσου. Όμως το δράμα συνέχισε την εξελικτική του πορεία, με κορύφωση την έμπνευση του Θέσπη στα μέσα του 6ου αιώνα. Φορώντας ένα προσωπείο, μπήκε στο χορό και αντί να τραγουδά, άρχισε να απαγγέλλει, να αποκρίνεται με επαναλαμβανόμενο ρυθμό. Αυτή η νέα ιδέα έγινε δημοφιλής στην Αττική και αποτέλεσε ορόσημο στην μετέπειτα θεατρική ιστορία της Ευρώπης. Ο Θέσπης δημιούργησε μονιμότερη ομάδα τον πρώτο περιοδεύων θίασο του κόσμου γνωστό με την ονομασία "Άρμα του Θέσπιδος". Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι το δράμα είχε τις ρίζες του στις τελετές του Διονύσου, οι οποίες εκφράστηκαν περισσότερο από τα λαϊκά στρώματα. Οι λαϊκές τάξεις από πολύ νωρίς έκαναν ορχηστρικές εκτελέσεις ασμάτων που περνώντας μέσα από το λυρικό ή αφηγηματικό στάδιο, εξέφραζαν τα γνησιότερα μιμητικά μέσα και ταυτίστηκαν οι ερμηνευτές με τα δρώμενα. Με την αφομοίωση χαρακτηριστικών από επισημότερες τελετουργίες, εξελίχθηκε σε μία έξοχη μορφή τέχνης η οποία θεμελίωσε την πολιτιστική αναγέννηση της Αττικής.
ΤΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ
Ο Αριστοτέλης περιγράφει την τυπική διάρθρωση της τραγωδίας. Αυτή η μορφή αν και πλουτίστηκε με ορισμένες καινοτομίες, παρέμεινε σε γενικές γραμμές αναλλοίωτη. Τα μέρη της τραγωδίας χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες, στα κατά ποσόν και στα κατά ποιον. Κατά ποσόν είναι τα εξωτερικά μέρη που υποδιαιρούνται σε επικά και λυρικά. Επικά είναι ο πρόλογος, τα επεισόδια και η έξοδος. Λυρικά είναι η πάροδος και τα στάσιμα.
Ο πρόλογος (πρώτος λόγος) είτε με την μορφή μονολόγου είτε με την διαλογική μορφή εισήγαγε τον θεατή στην υπόθεση της τραγωδίας. Τα επεισόδια είναι οι πράξεις που διαδραματίζονται ανάμεσα στους υποκριτές, μεταξύ τους ή με τον χορό. Ο θεμελιώδης ρόλος τους έγκειται στο ότι περιέχουν τις συγκρούσεις των προσώπων και έτσι προωθείται η δράση. Η έξοδος, το τελευταίο μέρος μίας τραγωδίας, έκλεινε με το εξόδιο άσμα του Χορού, καθώς αυτός αποχωρούσε από την σκηνή. Από τα χορικά μέρη, η πάροδος, ήταν τραγούδι που έψελνε ο Χορός με την είσοδό του στην ορχήστρα. Εξυπακούεται ότι υπήρχε συγκεκριμένη ρύθμιση του βηματισμού και του σχηματισμού. Όταν ο χορός είχε μπει και είχε λάβει την θέση του στην ορχήστρα, τραγουδούσε κάποιες ωδές, τα στάσιμα τις οποίες συνόδευε με χορευτικές κινήσεις. Τα κατά ποιον είναι τα εσωτερικά και ουσιαστικότερα μέρη της τραγωδίας. Τα δομικά αυτά μέρη της αναλύσεως, όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης είναι ο μύθος, το ήθος, η λέξη, η διάνοια, το μέλος και η όψη. Ο μύθος είναι η ραχοκοκαλιά της τραγωδίας, αυτό που στο σύγχρονο θέατρο ονομάζουμε σενάριο, και ανεξάρτητα απορρέουν οι σκέψεις, ο ψυχικός κόσμος, και η αντίδραση του ήρωα στις όποιες περίπλοκες και αντιφατικές καταστάσεις. Η διάνοια ήταν οι ιδέες και τα επιχειρήματα των σκέψεων που εξέφραζε ο ήρωας για την ζωή. Λέξη ήταν τα λεκτικά στοιχεία, το κείμενο, τα μέτρα, οι ρυθμοί, οι εκφραστικοί τρόποι, το ύφος. Όσο για το μέλος, τα μουσικά στοιχεία, οι πληροφορίες είναι ελλιπείς. Η όψη ήταν το "φαίνεσθαι" της παράστασης, η λεγόμενη σκηνογραφία και η ενδυματολογία. Όλα αυτά τα μέρη ήταν καθοριστικά για την σκηνική αναπαράσταση μίας τραγωδίας. Το κάθε ένα λειτουργούσε συμπληρωματικά και όλα μαζί συναποτελούσαν την τραγωδία.
Εκτός από το Θέσπη τον εισηγητή του πρώτου υποκριτή, και άλλοι προετοίμασαν τον ερχομό των μεγάλων τραγικών. Αυτοί ήταν: ο Πρατίνας από τη Φλειούντα, ο οποίος έφερε στην Αθήνα το σατυρικό δράμα. Ο Φρύνιχος, του οποίου οι σπουδαιότερες τραγωδίες ήταν οι "Φοίνισσες" και η "Μιλήτου άλωσις". Ο Χοιρίλος, που διακρίθηκε ως ποιητής σατυρικών δραμάτων. Από τα δράματα αυτών μόνο λίγα αποσπάσματα σώθηκαν. Ωστόσο κορυφαίοι εκπρόσωποι του είδους είναι οι τρεις τραγικοί μας, Αισχύλος, Σοφοκλής κι Ευριπίδης.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)